Τρίτη 10 Αυγούστου 2010

Αντί για οικονομίες η Ελλάδα εξοπλίζεται

«Λιτότητα; Αντ’ αυτού η Αθήνα εξοπλίζεται», αυτός είναι ο τίτλος του άρθρου του Florian Hassel στην εφημερίδα Welt am Sonntag, στο οποίο αναφέρεται πως καμία άλλη χώρα στην Ευρώπη δεν σπαταλά τόσα χρήματα σε πολεμικό εξοπλισμό όσο η Ελλάδα, η οποία «βρίσκεται σε μια δίνη ανταγωνισμού με την Άγκυρα, όσον αφορά τις στρατιωτικές δαπάνες».

Όπως αναφέρεται στο δημοσίευμα, το τελευταίο χρονικό διάστημα στο ελληνικό Υπουργείο Άμυνας πραγματοποιούνται συχνά συναντήσεις και διαπραγματεύσεις μεταξύ Ελλήνων αξιωματούχων και εκπροσώπων του γερμανικού ομίλου Thyssen-Κrupp Marine Systems (TKMS) και στα τέλη Αυγούστου αναμένεται να αποφασιστεί, πότε η Ελλάδα θα πληρώσει το υπόλοιπο χρέος για την αγορά υποβρυχίων από τη Γερμανία, ύψους εκατοντάδων εκατομμυρίων Ευρώ.

Παράλληλα η Κυβέρνηση αναμένεται να αποφασίσει εάν θα προχωρήσει σε νέα αγορά υποβρυχίων από τη Γερμανία. Τα στοιχεία του ΝΑΤΟ αναφέρουν πως η Ελλάδα διαθέτει -σε αναλογία με τον πληθυσμό της- τις μεγαλύτερες ένοπλες δυνάμεις της Ευρώπης (133.000 στρατιώτες), ενώ καμία άλλη χώρα στην Ευρώπη δεν επενδύει τόσα πολλά χρήματα στην αγορά όπλων.

Την τελευταία δεκαετία η Ελλάδα φέρεται να δαπάνησε για όπλα περίπου 50 δις Ευρώ, ενώ το Ινστιτούτο SIPRI της Στοκχόλμης, αναφέρει πως η Ελλάδα κατέχει παγκοσμίως την 5η θέση στην αγορά όπλων και οπλικών συστημάτων. Βασικοί προμηθευτές της Ελλάδας, όπως αναφέρεται στο άρθρο, είναι όμιλοι εταιρειών από ΗΠΑ, Γερμανία και Γαλλία, καθώς και οι κυβερνήσεις των χωρών αυτών.

Στο άρθρο αναλύεται και «ο ανταγωνισμός της Ελλάδας και της Τουρκίας σε στρατιωτικό εξοπλισμό», ο οποίος όπως αναφέρει ο Florian Hassel ξεκίνησε τον Ιούλιο του 1974. Ο Hassel έχει ζητήσει τη γνώμη εμπειρογνωμόνων για τις υψηλές δαπάνες της Ελλάδας σε στρατιωτικό εξοπλισμό με τον διευθυντή του ΕΛΙΑΜΕΠ, Θάνο Ντόκο, να υποστηρίζει πως βασική αιτία είναι ο «ψυχρός πόλεμος» με την Τουρκία, ενώ ο στρατιωτικός αναλυτής Ιωάννης Μιχαλέτος υποστηρίζει ότι «η παραγωγή όπλων δημιουργεί θέσεις εργασίας και φέρνει επενδύσεις».

Όπως αναφέρει στο ρεπορτάζ του Hassel πέρα από την τελική συμφωνία για την αγορά υποβρυχίων, ανάμεσά τους και το υποβρύχιο «Παπανικολής» το οποίο αρχικά η Ελλάδα αρνήθηκε να παραλάβει, ενδέχεται η Ελληνική Κυβέρνηση να αγοράσει και άλλα οπλικά συστήματα από τη Γερμανία. Ενδεικτικά σημειώνει ότι η Ελλάδα προτίθεται να παραγγείλει άλλα δύο υποβρύχια τύπου της σειράς 214, κόστους ενός δις ευρώ, τα οποία θα κατασκευαστούν στα ελληνικά ναυπηγεία.

«Για ποιόν λόγο η Ελλάδα, εν μέσω οικονομικής κρίσης, χρειάζεται νέα υποβρύχια και νέα χρέη;» διερωτάται ο δημοσιογράφος και σημειώνει ότι ένα μέρος της απάντησης έχει να κάνει και πάλι με την Τουρκία, η οποία στις αρχές Ιουλίου του 2009 παρήγγειλε στα ναυπηγεία HDW στη Γερμανία έξι νέα υποβρύχια.

Στην ανταπόκρισή του ο Hassel κάνει μία αναφορά στην δεινή οικονομική θέση που έχει περιέλθει η Ελλάδα σημειώνοντας ότι «οι δαπάνες δισεκατομμυρίων Ευρώ για στρατιωτικούς εξοπλισμούς δεν συνάδουν με την κατάσταση στην οποία βρίσκονται τα δημόσια οικονομικά της Ελλάδας [...]. Ακόμα και μετά τα πρόσφατα μέτρα λιτότητας υπάρχει μία μαύρη τρύπα 19 δις Ευρώ στον προϋπολογισμό της Ελλάδας. Η χώρα πρέπει επίσης να πληρώσει και τα 110 δις € που έλαβε από το ΔΝΤ και την Ευρωζώνη, πλέον των τόκων».

Ακόμη στο άρθρο υπενθυμίζεται τόσο η δήλωση του Προέδρου του ΔΝΤ Dminique Strauss-Kahn «για σημαντική μείωση των στρατιωτικών δαπανών της Ελλάδας», οι οποίες δεν αναφέρονται στο πρόγραμμα λιτότητας, όσο και η δήλωση του Υφυπουργού Άμυνας Πάνου Μπεγλίτη στην εφημερίδα Le Monde ότι «οι στρατιωτικές δαπάνες δεν συμπεριλαμβάνονται στο πρόγραμμα λιτότητας που υπεγράφη με το ΔΝΤ».

«Όπως φαίνεται, η γερμανική κυβέρνηση δεν θεωρεί απαραίτητο να ασκήσει πιέσεις στην Αθήνα, ώστε η ελληνική κυβέρνηση να προβεί σε μείωση των στρατιωτικών δαπανών. Εάν τελικά επιτευχθεί συμφωνία για την αγορά νέων υποβρυχίων, η Ελλάδα θα πρέπει μέχρι το τέλος του έτους να πληρώσει 300 εκατομμύρια Ευρώ χρέη από την αγορά των παλαιών υποβρυχίων», αναφέρει ο Hassel και προσθέτει ότι «το ποσό του 1 δις Ευρώ για τα δύο νέα υποβρύχια θα επιβαρύνει τον προϋπολογισμό της χώρας μέχρι το 2018 με έως και 200 εκατομμύρια Ευρώ ετησίως. Μπορεί μεν η Αθήνα να ανακοίνωσε ότι θα προχωρήσει σε μείωση των στρατιωτικών δαπανών κατά 10%, όμως αυτό το ποσοστό είναι μικρό, εάν συγκριθεί με την κατακόρυφη αύξηση των δαπανών αυτών στο παρελθόν, δεδομένου ότι, σύμφωνα με έκθεση του ΝΑΤΟ, από το 2005 έως το 2009 οι στρατιωτικές δαπάνες αυξήθηκαν από 5,4 δις ευρώ σε 7,3 δις ευρώ».

«Το περασμένο έτος η Ελλάδα δαπάνησε ποσοστό 3,1% του ΑΕΠ για στρατιωτικούς εξοπλισμούς, ενώ το αντίστοιχο ποσοστό στη Γερμανία ανερχόταν στο 1,4%. Ακόμα και μετά τις περικοπές στον προϋπολογισμό για τις στρατιωτικές δαπάνες, η Ελλάδα με ποσοστό 2,8% επί του ΑΕΠ κατέχει την πρώτη θέση στην Ευρώπη στον τομέα αυτό», γράφει ο Hassel.

Μάλιστα στο δημοσίευμα φιλοξενείται και μία δήλωση του Chris Pryce από τον οίκο Fitch, ο οποίος εκτιμά ότι το ποσοστό στρατιωτικών δαπανών της Ελλάδας ανέρχεται σε ποσοστό 5% και υποστηρίζει ότι «οι Έλληνες θα μπορούσαν τουλάχιστον να περικόψουν το ήμισυ των στρατιωτικών δαπανών καθιστώντας τον τομέα αυτόν βασικό πυλώνα της εξυγίανσης του προϋπολογισμού και η αρχή πρέπει να γίνει με τα υποβρύχια. Η ίδια η Μ. Βρετανία έχει ακυρώσει το πρόγραμμα παραγωγής υποβρυχίων που κινούνται με ατομική ενέργεια».

Ο αρθρογράφος σημειώνει ότι με τις μεγάλες δαπάνες για στρατιωτικούς εξοπλισμούς η Ελλάδα δεν αυξάνει μόνο το δημόσιο χρέος της, αλλά χάνει και εκείνα τα χρηματικά κεφάλαια τα οποία θα χρειαζόταν για να καταστήσει ανταγωνιστικούς και άλλους τομείς της οικονομίας της.

«Η ελπίδες τόσο των συντηρητικών όσο και των σοσιαλιστικών κυβερνήσεων ότι με τις παραγγελίες όπλων θα επιτευχθεί μεταφορά τεχνογνωσίας στη χώρα, δεν ευοδώθηκαν. Η εμμονή στη λειτουργία των ελληνικών ναυπηγείων χαρακτηρίζεται ως οικονομική καταστροφή από πρώην υψηλό αξιωματούχο για αμυντικά θέματα στην Αθήνα, ο οποίος δηλώνει : Από οικονομική άποψη είναι εντελώς παράλογο να δαπανώνται πολλά δις Ευρώ για να διασωθούν μερικές χιλιάδες θέσεις εργασίας», αναφέρει ο Hassel και προσθέτει ότι «μέχρι τώρα όμως λείπουν οι όποιες μεταρρυθμίσεις στις ένοπλες δυνάμεις, στην βιομηχανία εξοπλισμών και στις αγορές όπλων, δεδομένου ότι και στον πενταετή σχεδιασμό των στρατιωτικών προβλέπονται αγορές όπλων αξίας δισεκατομμυρίων Ευρώ».

«Η Τουρκία εξοπλίζεται είτε αγοράζοντας πολεμικά πλοία είτε μαχητικά αεροσκάφη. Μέχρι το 2015 η Άγκυρα προτίθεται να έχει στη διάθεσή της 100 μαχητικά αεροσκάφη τύπου F-35. H Ελλάδα θα ακολουθήσει, εκτιμά Έλληνας ανώτατος αξιωματούχος ο οποίος επί σειρά ετών συμμετείχε στις αποφάσεις για αγορές όπλων από την Ελλάδα. Το αργότερο το 2012 η ελληνική κυβέρνηση θα ανακοινώσει ποιον τύπο μαχητικών αεροσκαφών προτίθεται να αγοράσει. Πρόκειται για αγορά 40 αεροσκαφών, αξίας 4 δις €. Φαίνεται ότι στο ελληνικό Υπουργείο Άμυνας η διάσταση απόψεων δεν έχει να κάνει με την αγορά νέων όπλων, αλλά με το ερώτημα, εάν πρέπει πρώτα να αγορασθούν αεροσκάφη ή φρεγάτες», καταλήγει το δημοσίευμα.
Η οικονομική κρίση στην Ελλάδα και το πρόγραμμα λιτότητας που κατάρτισε η κυβέρνηση για να σώσει τη χώρα από τη χρεοκοπία, αρχίζουν να δείχνουν τις πρώτες βαριές συνέπειες, ανέφερε χθες σύσσωμος σχεδόν ο γερμανικός τύπος, με αφορμή την μελέτη της ΕΣΕΕ για τα «λουκέτα» στην ελληνική αγορά.

Το τηλεγράφημα του Γερμανικού πρακτορείου που αναμετάδωσαν τα εγχώρια ΜΜΕ αναφέρει:

«Κατά τους τελευταίους 10 μήνες πολλά εμπορικά καταστήματα έχουν κλείσει, το δε ποσοστό ανέρχεται σε 17%. Ακόμα πιο χειρότερη είναι η κατάσταση στο κέντρο της πρωτεύουσας. Σύμφωνα με τον ελληνικό Τύπο και με τα στοιχεία που προκύπτουν από μελέτη του εμπορικού συλλόγου, κατά μήκος της οδού Σταδίου ένα στα τέσσερα καταστήματα έχουν κλείσει.

Σύμφωνα με τα στοιχεία της μελέτης αυτής κατά το τρέχον έτος και μέχρι σήμερα οι καταναλωτές έχουν μειώσει τις αγορές τους. Για παράδειγμα η αγορά υποδημάτων έχει μειωθεί σε ποσοστό 20% σε σχέση με τον τελευταίο χρόνο. Αλλά και ο τομέας της ένδυσης παρουσιάζει μείωση της τάξης του 19,6%. Στην αγορά των οικιακών συσκευών καταγράφεται επίσης μείωση κατά 10%.

Αιτία για την εξέλιξη αυτή αποτελεί επίσης και η συνεχής αύξηση των έμμεσων φόρων σε τσιγάρα και αλκοολούχα ποτά, η αύξηση του ΦΠΑ από 19 σε 23% καθώς και οι περικοπές σε μισθούς και συντάξεις».

Η δε γερμανική έκδοση των Financial Times, φέρει άρθρο με τίτλο «Εκατοντάδες καταστήματα στην Ελλάδα έβαλαν λουκέτο». «Ευρωπαίοι πολιτικοί επευφημούν την Ελλάδα για το αυστηρό πρόγραμμα περικοπών. Λιγότερο ενθουσιασμένοι είναι μάλλον οι Έλληνες λιανέμποροι. Το πρόγραμμα λιτότητας βάζει φρένο την κατανάλωση. Στο κέντρο της Αθήνας έκλεισε τους τελευταίους μήνες ένα στα τέσσερα μαγαζιά». Πρόκειται για τις πρώτες συνταρακτικές συνέπειες του προγράμματος περικοπών, παρατηρεί η εφημερίδα για να συμπληρώσει ότι τους τελευταίους 10 μήνες το 17 % των καταστημάτων στην Αθήνα αναγκάστηκε να βάλει λουκέτο. «Ακόμη χειρότερη είναι η κατάσταση στο κέντρο της πόλης. Σε έναν από τους σημαντικότερους εμπορικούς δρόμους, στη Σταδίου, έκλεισε το 25 % των μαγαζιών».

Στο ίδιο θέμα αναφέρεται και η αυστριακή εφημερίδα Kurier, η οποία συμπληρώνει: «Σημαντική υποχώρηση καταγράφει και η κατανάλωση. Οι Έλληνες αγόρασαν φέτος 20 % λιγότερα υποδήματα από ότι το αντίστοιχο διάστημα πέρσι ενώ στην ένδυση σημειώθηκε πτώση της τάξης του 19,6%. Ως βασικοί λόγοι αναφέρονται η αύξηση της έμμεσης φορολογίας σε καπνό, οινοπνευματώδη και αλκοόλ, στην αύξηση του ΦΠΑ από το 19 στο 23 % καθώς και οι περικοπές σε μισθούς και συντάξεις κατά 20 %. Σύμφωνα με έρευνα της ΓΣΕΕ το εισόδημα των Ελλήνων θα πέσει σύντομα στα επίπεδα του 1984».

«Υποχώρησε σημαντικά η κατανάλωση στην Ελλάδα», τιτλοφορείται άρθρο στην εφημερίδα Sonntagszeitung: «Η κρίση και το σκληρό πρόγραμμα περικοπών για τη διάσωση της χώρας είχαν εκρηκτικές συνέπειες για το εμπόριο», γράφει η εφημερίδα και αναφέρεται στα λουκέτα που αναγκάστηκαν να βάλουν χιλιάδες καταστήματα, κυρίως στην Αττική αλλά και στην αύξηση της έμμεσης φορολογίας που οδήγησε σε δραματική πτώση της καταναλωτικής διάθεσης.

Παράλληλα, ένα άρθρο με τίτλο «Ελλάδα, κατ΄ εξαίρεση χωρίς κρίση» στην εφημερίδα Welt, αναφέρεται στην τουριστική κίνηση στη Ρόδο, όπου «σε αντίθεση με την υπόλοιπη χώρα καταγράφεται αύξηση του αριθμού των τουριστών σε σχέση με το 2009 (…) Ο ελληνικός τουρισμός περνάει δύσκολες μέρες. Η οικονομική καταστροφή της χώρας και η απεργία των οδηγών φορτηγών προκάλεσαν αρνητικά δημοσιεύματα και φόβισαν πολλούς τουρίστες. Για το 2010 οι ξενοδόχοι υπολογίζουν με μια μείωση της τάξης του 20 %. Ωστόσο στη Ρόδο τα πράγματα είναι διαφορετικά αφού καταγράφεται αύξηση του αριθμού των τουριστών».

οδρόμιον