Σάββατο 29 Νοεμβρίου 2008

Ιδεοδρόμιο!

Ιδεοδρόμιο!: "Windows Live™
Υπηρεσίες Windows Live
Αρχική σελίδα
Επαφές
Gallery
Hotmail
OneCare
Spaces
Όλες οι υπηρεσίεςΆλλες υπηρεσίες Live
Live Search Λογαριασμός
Σχόλια
Κέντρο βοήθειαςΑρχική σελίδαHotmailSpacesOneCare
Search

MM
Έξοδος
Προβολή του λογαριασμού σας
Σύνδεση άλλων λογαριασμών

Αρχική σελίδα του SpacesΟ χώρος σαςΦίλοιΦωτογραφίεςSkyDriveΣυμβάντα
Ιδεοδρόμιο!Περισσότερα ΦωτογραφίεςΠροφίλΦίλοιΙστολόγιοΒιβλίο ε"
29 Νοεμβρίου

Λόγω Χριστουγέννων , αντί να σας χαρίσω μια τυποποιημένη κάρτα, έτσι απο συνήθεια,
προτίμησα αυτό το απόσπασμα (απο το Μεγάλο ταξίδι) με πολύ αγάπη!
Είναι απόλυτα αληθινό, κι ίσως να νοιώσετε ένα σφίξιμο στο στομάχι .
Αλλά δεν σας αξίζει τίποτα φτηνό, είσται όλοι σπουδαίοι και σπουδαίες
και είμαι πολύ περίφανη που είσται φίλοι μου!

Τά 0ρφανά στοῦ Μαξίμου!
-Λήδα τήν Πρωτοχρονιά εἴμαστε καλεσμένοι, στό μέγαρο Μαξίμου. Πρέπει νά ἔρθετε καί ἐσεῖς μαζί μέ τά παιδιά.
Τά παιδιά δέν θά ἔρθουν. Δέν κάνει νά ἔρθουν…..
Λυπᾶμαι πού θά ἐπιμείνω. Τά παιδιά θά ἔρθουν. (Εἶπε ἐνοχλημένη.)
Ὅπως θέλετε! Δέν ἔχω τό δικαίωμα νά ἐπιμείνω.
Ἑτοίμαζε τά παιδιά γιά τήν γιορτή, ἤθελε δέν ἤθελε. Δέν τῆς ἔπεφτε λόγος. Ἐκείνη ὅτι εἶχε νά πεῖ τό εἶπε. Ἡ κ. Ντί ἦρθε στήν ὥρα της.
Ὁ Ἄγγελος; Δέν θά ἔρθει μαζί μας;
Ὄχι θά μείνει μέ τήν Παναγιώτα. Δέν θέλω νά ἔρθει.
Δέν καταλαβαίνω τίς ἀντιρήσεις σᾶς εἰλικρινά, ἐξηγῆστε μου.
Φιλανθρωπικά πάρτι, γιά ὀρφανά στοῦ Μαξίμου; Παράλογο ἀκούγεται! Δέν εἶναι γιά τά δικά μας παιδιά. Εἶστε ξένη καί πολύ ἀθώα. Ἐπικίνδυνα ἀθώα. Ὅταν θά γυρίζουμε, θά ἔχετε καταλάβει…..
Ἔφτασαν στό μέγαρο ἀμίλητες. Πολύς καί καλός κόσμος γέμιζε τά σαλόνια.
Κυρίες μέ τουαλέτες. Πολύ χλιδή! Πανάκριβα χαλιά, πίνακες καί θαλαμηπόλοι στολισμένοι νά σέ συνοδεύουν, νά διασχίζεις τίς αἴθουσες. Σέ κάθε αἴθουσα καί ἄλλοι. Στήν αἴθουσα τῆς γιορτῆς, στημένο σκηνικό.
Θά ἔπαιζαν καί θά χόρευαν γιά τά ὀρφανά, τά κορίτσια ἀπό τό Ἀρσάκειο!
Πελώριο μπουφέ, μέ μεταξωτά καλύμματα καί πολυτελῆ σερβίτσια, γεμάτα ἀπό ἐδέσματα. Οἱ ἐπίσημοι βρῆκαν τίς πολυθρόνες τους.
Ἦρθε ἡ Ὑπουργός κοινωνικῶν ὑπηρεσιῶν. Τήν θυμήθηκε καί τήν χαιρέτησε μέ ἁπλότητα. Κάθισε μπροστά τους. Συστήθηκαν, χαιρετήθηκαν, μέ ὅλους.
Περίμεναν τό προεδρικό ζεῦγος. Ἡ κυρία Τσάτσου, ἐμφανίστηκε ντυμένη μέ ρόζ μουσελίνα μαζί μέ τόν πρόεδρο. Ἡ ματιά τῆς Λήδας καρφώθηκε σέ μία παρουσία πού ξεχώριζε. Μία λεπτοκαμωμένη φιγούρα, μία κοπέλα ἁπλή. Δέν εἶχε θέση ἐκείνη. Ἀκουμπισμένη στήν πόρτα παρακολουθοῦσε διακριτικά ἀπό ἀπόσταση. Λές καί ἦταν περαστική καί στάθηκε νά δεῖ. Μόνο ἡ Λήδα καί ἐκείνη δέν φοροῦσαν τουαλέτα. Δέν ἄντεξε καί ρώτησε τήν κυρία Ντί.
«Ποιά εἶναι αὐτή ἡ κοπέλα;»
«Εἶναι ἡ κόρη τοῦ κ. Τσάτσου. Εἶναι ἀπό τίς καλλίτερες χορεύτριες!»
Ἡ ἄνευ οὐσίας φλυαρία μεταξύ τῶν ἐπισήμων, σκεπάστηκε ξαφνικά ἀπό ἕνα παράξενο ἀντιαισθητικό βουητό. Ἐρχόντουσαν κατά ὁμάδες τά παιδιά ἀπό τά ὀρφανοτροφεῖα! Ξυρισμένα κεφάλια, κίτρινες γαλότσες, γαλάζιες ὁμοιόμορφες ποδιές γέμισαν τήν πολυτελῆ αἴθουσα μέ τά πανάκριβα χαλιά.
Ἔτσι γιά ἀντίθεση. Μετά ἦρθαν κι ἄλλα κι αὐτά ξυρισμένα, μέ γαλάζιες ποδιές, μόνο πού οἱ γαλότσες τούς ἦταν πράσινες. Σίγουρα ὅλες προσφορά κάποιου φίλ-ἀνθρώπου ἐργοστασιάρχη πού ἐπεδίωκε τήν ἔκπτωση στήν φορολογία του. Οἱ φίλ-ἄνθρωποι ἐμφανίζονται στό τέλος κάθε οἰκονομικοῦ ἔτους, πού συμπίπτει μέ τά Χριστούγεννα ἐντελῶς τυχαῖα! Τόν ὑπόλοιπο χρόνο κανείς δέν θυμᾶται "τά ὀρφανά" Κάποιος ὑπουργός εἶχε τήν φαεινή ἰδέα νά τολμήσει νά "σκεφθεῖ" νά καταργήσει τό ἀλισβερίσι, ἀλλά τόν ἔκαναν καί τό μετανίωσε ἀκριβά! Θορυβήθηκαν τά φίλ-ἀνθρωπικά ἱδρύματα, ἡ ἐκκλησία, ἀλλά καί οἱ φίλ-ἄνθρωποι! Αὐτοί ἔχουν κοινά νιτερέσα. Τό κράτος ἁπλά τους συντρέχει!
Εἴδατε πόσο ἀπαραίτητα καί χρήσιμα εἶναι γιά τήν οἰκονομία τά ὀρφανά;
Χιλιάδες ἀνθρώπους πλουτίζουν μέ τήν δυστυχία τους.
Ἀκόμα καί τά ὀρφανοτροφεῖα! Κολοσσιαῖες περιουσίες πρός διαχείριση!
Ἀποκτήματα κι αὐτά ἀπό πλουσίους φίλ-ἀνθρώπους πού δέν κατάφεραν νά τά πάρουν μαζί τους στόν τάφο. Καί ἡ ἐκκλησία προσδοκᾶ κληροδοτήματα τόν ζωντανῶν πού ἐπιδιώκουν μία θέση στόν παράδεισο καί ἀπαλλαγῆ γενικῶς! Ἀπό ἁμαρτίες μέχρι φόρους!
Δέν ἦρθαν ὅλα τά ὀρφανά, ὅσα χρειάζονταν γιά τό σόου. Δέν χωροῦσαν, μά καί τί νά τά κάνουν; Μία ἀντιπροσωπεία ἀπό κάθε ἵδρυμα. Ποιός ξέρει πῶς καί μέ τί κριτήρια τά ἐπέλεξαν. Ὅλα ἐξαθλιωμένα. Θύμιζαν Ρωμαϊκή ἀρένα, μέ τούς ἐπισήμους στολισμένους στήν ἐξέδρα.. Ἡ Λήδα δέν ἄντεξε καί τό εἶπε δυνατά. «Τά λιοντάρια πότε θά μποῦν;»
Οἱ κυρίες πού τήν ἄκουσαν ἔδειξαν ἐνοχλημένες. Κάτι μουρμούρισαν μέσα ἀπό τά δόντια τους. Αὐτό σημαίνει, ὅτι κατάλαβαν; Ἄρα εἶχαν καί αὐτές τήν ἴδια εἰκόνα; Ἤ μήπως ἐνοχές; Μᾶλλον τό πρῶτο.
Ἡ κ. Ντί δέν ἐνοχλήθηκε, μόνο ἐνοίωσε ἄβολα καί ἔσκυψε τό κεφάλι της, λές καί ἄρχισε ξαφνικά νά καταλαβαίνει. Τά ὀρφανά συνωστίστηκαν χώρια ἀπό τούς ἐπισήμους, στήν ὑπόλοιπη αἴθουσα, φρουρούμενα διακριτικά, γιά νά μήν κάνουν ζημιές τά ἄξεστα, τά πρωτόγονα!
Δέν τραγούδησαν, οὔτε ἔπαιξαν. Μείνανε ὄρθια, στριμωγμένα καί ἀπορημένα, ἀγνοώντας τήν χρησιμότητα τῆς παρουσίας τους, τό ἄλλοθι πού προσέφεραν στά “φιλάνθρωπα αἰσθήματα” τῶν παρευρισκομένων.
Εἶχαν τήν τιμή νά παρακολουθοῦν τίς Ἀρσακειάδες, νά χορεύουν μπαλέτο, νά παίζουν πιάνο καί θέατρο, μά δέν ἤξεραν νά τό ἐκτιμήσουν τά ἄθλια!
Ἄν ἤθελαν ἤ ἄν τούς ἄρεσε κανένας δέν τά ρώτησε.
Ξαφνικά ἀκούστηκαν γοερά κλάματα ἐνοχλήθηκαν τά ἐκλεπτυσμένα αὐτιά. Ὅλοι γύριζαν, κοίταζαν ἀνήσυχοι, ἐλπίζοντας πώς οἱ θαλαμηπόλοι, θά ἔκαναν τό χρέος τους, θά καθησύχαζαν τά "ἀγριμάκια."
Ὅμως δίπλα τους παιζόταν ἕνα δράμα. Εἶχαν συναντηθεῖ δύο ἀδελφάκια ἀπό διαφορετικά ἱδρύματα καί σπάραζαν τό ἕνα στήν ἀγκαλιά τοῦ ἄλλου.
Μείνανε ἀγκαλιασμένα ἔτσι, μέχρι τό τέλος, χαϊδεύοντας ὁ ἕνας τόν ἄλλον, μέ δάκρια στά μάτια, προσπαθώντας νά χορτάσουν τήν ἀπροσδόκητη συγκυρία πού τούς ἔνωσε. Σάν ἀριθμούς τά χώρισαν. Ποιός νά καταδεχθεῖ νά προσέξει πῶς εἶναι ἄνθρωποι;
Μά καί τά ἄλλα δέν παρακολουθοῦσαν τήν παράσταση πού δινόταν γιά χάρη τους. Περίμεναν ἀνυπόμονα. Ἔτσι ὅπως νοιώθεις, ὅταν σέ πᾶνε στήν ἐκκλησία μικρό καί βαριέσαι. Παρακαλᾶς πότε θά τελειώσει, γιά νά φύγεις. Τά πιό πολλά κοιτοῦσαν πίσω τους τό μπουφέ μέ τίς λιχουδιές. Αὐτά πού ἦταν πιό κοντά, ὅλο καί κάτι βούταγαν, ξεφεύγοντας γατίσια ἀπό τήν ἄγρυπνη ματιά τοῦ θαλαμηπόλου καί τῶν συνοδῶν.
Τά δικά της παιδιά, τά εἶχε δίπλα της. Τά ἕσφιγγε ἀσυναίσθητα πάνω της, λές καί ἤθελε νά τά προφυλάξει ἀπό τούς Ρωμαίους. Βρῆκε ἄδειες θέσεις καί τά ἔβαλε νά κάτσουν ἀνάμεσα στούς ἐπισήμους. Μά καί αὐτά ἐκεῖ κοιτοῦσαν πού κοιτοῦσε ἐκείνη. Τά παιδιά μέ τίς γαλότσες καί τά ξυρισμένα κεφάλια. Ἀπό ἔνστικτο ἐνοίωθαν πώς κάτι κοινό τους ἔνωνε…
«Κάποτε τελείωσε ἡ ἐπίδειξη γνώσεων τῶν Ἀρσακειάδων! Τά φῶτα ἄναψαν. Δόθηκε ἐπιτέλους τό σύνθημα στά παιδιά νά ὁρμήσουν στό μπουφέ.
Τό λεηλάτησαν! Στή συνέχεια ἦταν τά δῶρα.
Τά ἀγόρια ἔκαναν σειρά μπροστά στόν κ. Τσάτσο καί ἔπαιρναν ἀπό ἕνα πλαστικό αὐτοκίνητο. Τά κορίτσια μπροστά ἀπό τήν κ.Τσάτσου, ἔπαιρναν μία κουκλίτσα. Ὅλα εὐγενική προσφορά ἀπό κάποιον χορηγό!
Ἦρθε ἡ ὥρα νά μαζέψουν τά ἀγριμάκια, νά τά ἐπιστρέψουν στήν κόλαση, ἐκεῖ πού ἀνήκουν. Δέν τά χρειάζονταν πιά! Τό σόου εἶχε τελειώσει!
Οἱ “μεγάλοι” ἔκαναν τό χρέος τους! Τοῦ χρόνου πρῶτα ὁ θεός, μία καί "οἱ κοινωνικές ἀνάγκες τό ἐπιβάλουν".
Ἦρθε ἡ ὥρα νά χωρίσουν τά ἀδελφάκια! Τά τράβαγαν κι αὐτά σπάραζαν σάν νά τά ἔσφαζαν. Τό "σάν" τί τό ἤθελα ἄραγε; Ἕνας συνοδός τράβαγε τό ἕνα καί ὁ ἄλλος τόν ἄλλο, μέχρι πού κατάφεραν νά τά ξεχωρίσουν καί νά τά ἐξαφανίσουν, πρός μεγάλη ἀνακούφιση τῶν ἐπισήμων μέ τά ἐκλεπτυσμένα αὐτιά! Κανένα κλάμα, ὅσο σπαρακτικό κι ἄν εἶναι, δέν ἔχει ἀποτέλεσμα. Μόνο οἶκτο προκαλεῖ. «Τά κακόμοιρα…» Ὅσοι δέν τό πρόφεραν, τό σκέφθηκαν ἀνακουφισμένοι μέ τήν ψευδαίσθηση πώς εἶναι ἄνθρωποι. Κανείς δέν ἦταν σέ θέση νά λύσει, ἕνα τό τόσο δύσκολο πρόβλημα, ἤ μήπως οὔτε ἕνας δέν τό εἶδε ἔτσι; Τί σημαίνει φίλ-ἄνθρωπος; Φίλος του ἀνθρώπου.
Οἱ φίλοι εἶναι φιλάνθρωποι; Φίλοι του ἀνθρώπου εἶναι μόνο τά κατοικίδια ζῶα, τά ὑποταγμένα. Οὔτε καν τά ἄγρια.
Ἐκτός ἀπό σεμνότητα νά ὑποτιμοῦν ὅλοι αὐτοί τόν ἑαυτό τους!»
Κανονικά ἔπρεπε νά πᾶνε καί τά δικά της στή σειρά γιά τά δῶρα. Ἔπρεπε νά κρατήσουν τό πρωτόκολλο. Ὅμως ἐκείνη ἐξακολουθοῦσε νά τά κρατᾶ γύρω της μέ πεῖσμα καί θυμό. Εἶχαν σηκωθεῖ ἀπό τίς καρέκλες πού μόνη της τά ἔβαλε νά κάτσουν. Ἄραγε ἀπό ποιούς τίς στέρησαν; Θά φέρανε ἄλλες. Μήπως ξέρανε ποιανού παιδιά εἶναι; Καλοντυμένα τά εἶδαν. Δέν φόραγαν γαλότσες, εἶχαν καί μαλλιά! Καημένε θεῖε πόσο δίκιο εἶχες… Ἐνοίωσε τό βλέμμα τῆς κ. Ντί νά τήν τυλίγει. Δέν κοίταξε. Ἔμεινε καθισμένη μέ τά παιδιά τριγύρω μέχρι πού τά δῶρα τελείωσαν. Τά δικά της εἶχαν παιχνίδια πολύ ἀκριβά, ἀπό τό Κολωνάκι! Χαιρέτισαν καί ἔφυγαν. Ἡ Λήδα πλησίασε τήν κόρη Τσάτσου.
Ἐκείνη δέν ἦταν στυμμένη γιά χαιρετισμούς καί παραξενεύτηκε. Μέ ἁπλότητα τῆς ἔδωσε τό χέρι της. Μετά ἔφυγαν ἀκολουθώντας τήν ἴδια διαδρομή μέχρι τήν ἔξοδο. Μπῆκαν στό ἁμάξι γιά τήν ἐπιστροφή. Τά παιδιά δέν μιλοῦσαν. Τό παραμικρό σχόλιο ἄπ ὅσα εἶδαν. Περίεργη σιωπή. Κατάλαβαν τίποτα;
Ἡ κ. Ντί τῆς ἔριχνε λοξές ματιές. Ἡ Λήδα κοιτοῦσε μπρός τόν δρόμο πού κυλοῦσε μέ μία ἀπέραντη θλίψη στό πρόσωπό της.
«Λήδα σᾶς ζητῶ συγνώμη. Εἴχατε δίκιο. Ἀκόμα κι ἄν μου τό ἐξηγούσατε δέν θά τό καταλάβαινα. Δέν θά σᾶς πίστευα. Σᾶς εὐχαριστῶ πού προσπαθήσατε νά προφυλάξετε τά παιδιά μας. Ὅμως πῶς τό ξέρατε; Εἴχατε ξαναπάει;»
«Ὄχι, οὔτε θά τό ξανακάνω. Τήν διαφορά Μαξίμου καί ἱδρύματος τήν γνωρίζει κανείς χωρίς νά ἔχει πάει. Τήν διαφορά τῆς "Ἐλίτ" καί τῶν ὀρφανῶν, ἐπίσης.
«Πίστευα πώς θά θελαν νά τούς δώσουν λίγη χαρά…»
«Τότε θά ἔπρεπε νά ἔχουν πάει στόν δικό τους γνώριμο καθημερινό γκρίζο χῶρο. Θά ἦταν θυσία βέβαια, μά ‘’πιό’’ τίμιο, ἠθικό καί δίκαιο τουλάχιστον!»
«Γιατί τό ἔκαναν αὐτό;» Ἡ Λήδα κούνησε τό κεφάλι ἀπογοητευμένη. Τίποτα δέν εἶχε καταλάβει ἡ συνεφούλα. Δέν μποροῦσε… Δέν ξαναμίλησαν.
«Αὐτή ἡ γυναίκα ἔχει πέσει ἀπό σύννεφο, ἀπό ἕνα ἀστέρι. Δέν εἶναι γήινη. Μακάρι νά βγῶ ψεύτρα, ἀλλά θά τῆς πάρουν αὐτό πού μέ τόσο κόπο ἐφτίαξε, μέσα ἀπό τά χέρια, μέ θεμιτά ἤ ἀθέμιτα μέσα, γιά νά τό ἐμπορευτοῦν. Θά γίνει κι αὐτή ἡ ΙΔΕΑ ἕνα ὑπέροχο πλυντήριο ἀκόμα!»
Κατέβηκαν τά παιδιά ἀπό τό ἁμάξι. Ἡ Λήδα τήν φίλησε. Τήν ἀγαποῦσε, γιατί ἐνοίωθε κι ἄς μήν μποροῦσε ἡ ψυχή της νά χωρέσει καί νά κατανοήσει τόση ἀπανθρωπιά καί ὑποκρισία. Κι ἄς εἶδαν τά ἴδια πράγματα.
«Λήδα σᾶς ἀγαπῶ πολύ!»
Καί ἐγώ σᾶς ἀγαπῶ. Καληνύχτα.

Ιδεοδρόμιο!

Ιδεοδρόμιο!